Oμιλία στο Πανελλήνιο Συνέδριο της Ένωσης Δικαίου Αλλοδαπών & Μετανάστευσης

Το Πανελλήνιο Συνέδριο της Ένωσης Δικαίου Αλλοδαπών και Μετανάστευσης διεξάγεται στη σκιά των τραγικών γεγονότων που έλαβαν χώρα στη Γαλλική πρωτεύουσα.

Η κοινή γνώμη, μία εβδομάδα μετά τα συντονισμένα τρομοκρατικά χτυπήματα στο Παρίσι, παραμένει συγκλονισμένη από την “11η Σεπτεμβρίου” της Ευρώπης.

Πολλοί είπαν – και ίσως όχι άδικα – ότι η Ευρώπη δεν θα είναι πια η ίδια. Γιατί πέρα από το ισχυρό σοκ ή τα έκτακτα μέτρα των πρώτων ημερών, πολλά αναμένεται να αλλάξουν.

Η Ευρώπη καλείται να διαχειριστεί ζητήματα υπαρξιακής σημασίας, όπως το πόσο ανοιχτή, φοβική ή αλληλέγγυα θα είναι, σε μια χρονική συγκυρία που αμφισβητείται ακόμη και ένα από τα βασικά ευρωπαϊκά κεκτημένα, αυτό της κατάργησης των εσωτερικών συνόρων. Καλείται επίσης να διαχειριστεί ακόμη και το κεντρικό ιδεολόγημα της πολυπολιτισμικής ευρωπαϊκής κοινωνίας.

Υπό το πρίσμα αυτό, θα είναι δύσκολο να παραμείνουν ανεπηρέαστα ζητήματα κομβικής σημασίας, όπως το προσφυγικό και το μεταναστευτικό, στα οποία θα αναφερθώ στο πλαίσιο του εξαιρετικά ενδιαφέροντος συνεδρίου, που διοργανώνετε στην όμορφη πόλη του Βόλου.

Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο οποίο έχω την τιμή να εκπροσωπώ τη χώρα μας, συμμετέχω στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, που είναι αρμόδια, μεταξύ άλλων, για τη διαχείριση της προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης.

Αν και το προσφυγικό έγινε “πρώτο θέμα” μόλις τους τελευταίους μήνες, αποτελεί ένα εξαιρετικά δύσκολο και πολύπλοκο ζήτημα, εφάμιλλο σε κρισιμότητα με την οικονομική κρίση, το οποίο εάν δεν αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, ελλοχεύει ο κίνδυνος να εξελιχθεί σε ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της ΕΕ.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Frontex κατά τους πρώτους δέκα μήνες του 2015 οι παράτυπες είσοδοι στις χώρες της ΕΕ ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο, αριθμός σχεδόν τετραπλάσιος σε σχέση με τον αντίστοιχο του 2014.

Μόνο από τη Μεσόγειο εισήλθαν 812.000 πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ στη χώρα μας εκτιμάται ότι από τις αρχές του έτους έχουν εισέλθει περίπου 540.000.

Όμως η τραγική διάσταση της προσφυγικής κρίσης αποτυπώνεται ακόμη πιο εμφατικά στους 3.500 συνανθρώπους μας, που έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να διασχίσουν τη θάλασσα για να φθάσουν στην ΕΕ, γεγονός που έχει μετατρέψει τη Μεσόγειο σε ένα απέραντο νεκροταφείο ψυχών, ακόμη και μικρών παιδιών.

Αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι η Ευρώπη άργησε να αντιληφθεί αυτό το οποίο θεωρώ ότι από την πρώτη στιγμή ήταν ορατό και που  προσπάθησα να αναδείξω στο πλαίσιο των καθηκόντων μου με ομιλίες, ερωτήσεις και άλλες παρεμβάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Αναφέρομαι στο γεγονός ότι το προσφυγικό και το μεταναστευτικό, δεν είναι πρόβλημα του Ευρωπαϊκού Νότου ή των χωρών που λόγω της γεωγραφικής τους θέσης υφίστανται το μεγαλύτερο μεταναστευτικό βάρος, αλλά είναι πρόβλημα ευρωπαϊκό, το οποίο μάλιστα πλέον έχει καταστεί διεθνές.

Όμως πέρα από τα λάθη και τις παραλείψεις που θα μπορούσε κανείς να καταλογίσει στην ΕΕ, είναι προφανές ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος, προϋποθέτει πρωτίστως καίριες πολιτικές παρεμβάσεις με στόχο την άρση των πρωτογενών αιτίων που προκαλούν τα μεταναστευτικά και προσφυγικά κύματα. Τα αίτια δεν είναι άλλα από τις συνεχιζόμενες βίαιες συρράξεις στις εμπόλεμες ζώνες.

Παράλληλα απαιτείται η αποτελεσματική διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών σε συνεργασία τόσο με τις χώρες προέλευσης όσο και με τις χώρες διέλευσης, με πρώτη την Τουρκία, από τη στιγμή που αποτελεί την κύρια πύλη εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών στους κόλπους της ΕΕ.

Η ΕΕ οφείλει να ασκήσει ισχυρότατες πιέσεις προς την Τουρκία προκειμένου αυτή να συνεργαστεί, χωρίς όμως να επιχειρεί – κατά την προσφιλή διαπραγματευτική της τακτική – να εκμεταλλευθεί την παρούσα συγκυρία για να αποκομίσει πολιτικά και οικονομικά οφέλη.

Είναι τουλάχιστον προκλητικό και απαράδεκτο να ζητεί ανταλλάγματα όπως  απελευθέρωση θεωρήσεων για τους Τούρκους υπηκόους, πρόσθετα έκτακτα κονδύλια από την ΕΕ ή προνομιακή προώθηση της ενταξιακής της διαδικασίας.

Γιατί η Τουρκία έχει ήδη λάβει σημαντική οικονομική ενίσχυση από την ΕΕ, ενώ την ίδια ώρα παραβιάζει συστηματικά τις συμφωνίες επανεισδοχής, τις οποίες έχει προ πολλού συνάψει τόσο με την Ελλάδα όσο και με την ΕΕ.

Πιο συγκεκριμένα, τα διμερή πρωτόκολλα επανεισδοχής Ελλάδας Τουρκίας υπογράφηκαν το 2002 και το 2011, ενώ το Σύμφωνο Επανεισδοχής μεταξύ ΕΕ – Τουρκίας υπεγράφη το 2014. Όμως η Τουρκία καταργεί στην πράξη τις ανωτέρω συμφωνίες αφού όχι μόνο κάνει δεκτό κατά μέσο όρο μόνο το 10% των αιτημάτων επανεισδοχής, αλλά και τελικά υλοποιεί μόλις το 1%.

Επίσης όταν γίνεται συζήτηση για την ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας είναι αδύνατον να παραβλέπουμε και να αποσυνδέουμε το γεγονός ότι η Τουρκία αρνείται να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν νοείται οποιοδήποτε βήμα της Τουρκίας προς την ΕΕ χωρίς απόλυτο σεβασμό της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Από τη στιγμή που η Τουρκία είναι μία χώρα η οποία επιθυμεί την ένταξή της στην ΕΕ, οφείλει να συνεργαστεί, ιδίως όταν η έκταση του προβλήματος την έχει ξεπεράσει, καθώς η ίδια υποστηρίζει ότι έχει στο έδαφός της περίπου 4 εκατομμύρια πρόσφυγες.

Μάλιστα στη μεγάλη τους πλειονότητα βρίσκονται στους δρόμους και όχι σε καταυλισμούς προσφύγων, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς των Τούρκων.

Η πιο σημαντική πτυχή της συνεργασίας της ΕΕ με την Τουρκία θα πρέπει να είναι η λειτουργία στα παράλια της γείτονος χώρας κέντρων ταυτοποίησης, των γνωστών ως hot spots, στα οποία γίνεται ο έλεγχος, η καταγραφή, η δακτυλοσκόπηση και η απόδοση της ιδιότητας του πρόσφυγα. Άλλωστε για το σκοπό αυτό έχω καταθέσει σχετική ερώτηση-αίτημα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Πιστεύω πως αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να χτυπηθούν αποτελεσματικά οι λαθρέμποροι και οι διακινητές, των οποίων η οργανωμένη δράση έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ενώ μάλιστα δρουν υπό την ανοχή εάν όχι με “τις πλάτες” του Τουρκικού κράτους, κερδοσκοπώντας ασύστολα και οδηγώντας στο θάνατο πλήθος δυστυχισμένων ανθρώπων, μεταξύ των οποίων  πολλά μικρά παιδιά.

Είναι προφανές ότι η απευθείας επανεγκατάσταση των δικαιούμενων άσυλο από τα τουρκικά παράλια προς τις χώρες μέλη της ΕΕ, είναι σε θέση όχι μόνο να αναχαιτίσει δραστικά την ανεξέλεγκτη δράση των κυκλωμάτων διακίνησης ανθρώπων στην Τουρκία, αλλά και να αποτρέψει την απώλεια πολλών ανθρώπινων ζωών στο Αιγαίο.

Περαιτέρω με τη λειτουργία hot spots στα τουρκικά παράλια θα πετύχουμε το διαχωρισμό προσφύγων και μεταναστών, ούτως ώστε οι μεν πρόσφυγες να επανεγκατασταθούν στις χώρες της ΕΕ με τους ισχύοντες όρους κατανομής, οι δε μετανάστες να επαναπροωθηθούν με ασφάλεια στις χώρες προέλευσής τους.

Υπενθυμίζω στο σημείο αυτό – επειδή έχω διαπιστώσει ότι στο δημόσιο διάλογο επικρατεί σύγχυση μεταξύ των δύο όρων – ότι η επανεγκατάσταση είναι η διάχυση στην ΕΕ όσων καταφθάνουν από τρίτες χώρες, όπως για παράδειγμα η Τουρκία και έχουν την ιδιότητα του πρόσφυγα, ενώ η μετεγκατάσταση είναι η αναδιανομή των προσφύγων, η οποία συντελείται μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ.

Επίσης θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις  ειδικών οι ήδη υψηλές προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη, όχι μόνο δεν αναμένεται να μειωθούν, αλλά αντίθετα προβλέπεται να ενταθούν.

Επιγραμματικά θα αναφέρω ότι σύμφωνα με σχετική έκθεση ομάδας ειδικών του ΟΗΕ, εκτός από τη Συρία, που αντιμετωπίζει μία από τις μεγαλύτερες κρίσεις εκτοπισμού πληθυσμών στη σύγχρονη ιστορία με 4,2 εκατομμύρια Σύριους να έχουν ήδη εγκαταλείψει τη χώρα τους, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο κατάρρευσης της Λιβύης μετά την αποτυχία σύναψης πολιτικής συμφωνίας για το σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας, κίνδυνος κατάληψης περισσότερων εδαφών από φανατικούς ισλαμιστές στο Αφγανιστάν και το Μάλι, απειλή νέου πραξικοπήματος στο Μπουρούντι και κίνδυνος για νέες σφαγές από τους μαχητές της Μπόκο Χαράμ στη Νιγηρία.

Μάλιστα εκτός από τα πολυάριθμα μέτωπα συγκρούσεων, που εκτείνονται από την υποσαχάρια Αφρική μέχρι την Ασία, ανάγκες ανθρωπιστικής βοήθειας και συνακόλουθα αναγκαστικές μετακινήσεις πληθυσμών αναμένεται να προκύψουν και εξαιτίας του φαινομένου Ελ Νίνιο, το οποίο απειλεί με φονική ξηρασία και λιμό την Αιθιοπία και με καταστροφικές πλημμύρες την Σομαλία και την Κένυα.

Μέσα στο δραματικό αυτό διεθνές περιβάλλον και με τις προβλέψεις να είναι δυσοίωνες, η χώρα μας καλείται να διαχειριστεί αυτό το μαζικό προσφυγικό και μεταναστευτικό κύμα.

Το βέβαιο είναι ότι ο συνολικός όγκος των μεταναστών που μπορεί να δεχτεί η Ελλάδα βάσει των κριτηρίων της Επιτροπής δηλαδή το ΑΕΠ, τον πληθυσμό, τους ήδη υπάρχοντες μετανάστες και τον δείκτη ανεργίας, είναι πολύ μικρός, την ώρα μάλιστα που ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας.

Θα κλείσω με την επισήμανση ότι η αποτελεσματική διαχείριση του μεταναστευτικού και προσφυγικού προβλήματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη – εκτός από τη δημιουργία hot spots στα τουρκικά παράλια που προανέφερα – με τη δημιουργία μόνιμου μηχανισμού μετεγκατάστασης για όλα τα κράτη μέλη, την τροποποίηση του κανονισμού του Δουβλίνου, την αναθεώρηση της μεταναστευτικής στρατηγικής της ΕΕ, την έμπρακτη στήριξη των χωρών, που λόγω της γεωγραφικής τους θέσης δέχονται το μεγαλύτερο προσφυγικό και μεταναστευτικό βάρος και τέλος με την ανάληψη της ευθύνης που αναλογεί τόσο στην ΕΕ όσο και στο κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά για την αντιμετώπιση αυτού του φλέγοντος ζητήματος, το οποίο εκτός από πολιτικό είναι πάνω απ’ όλα ανθρωπιστικό.